- Πώς είσαι; ρώτησα τον παλιό φίλο που συνάντησα τυχαία στο δρόμο,
- Καλά, δόξα σοι ο Θεός, μου απάντησε κι έφυγε βιαστικός γιατί είχε αργήσει σε κάποιο σημαντικό ραντεβού.
Αλήθεια, σκέφτηκα, γιατί ο Θεός ν’ ασχολείται με την υγεία και την ασφάλεια ειδικά αυτού του ανθρώπου; Γιατί τον προστάτευε από το Κακό; Ποια σχέση τον συνέδεε με το Επέκεινα, μ’ ένα προνόμιο που δεν το διέθεταν και άλλοι που χάθηκαν πρόωρα;
Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω το βλάσφημο συλλογισμό μου και μιά κραυγή έσκισε τη νύχτα στα δύο:
- Βοήθεια… Με σκοτώνουν…
Ένας περαστικός έτρεξε… Το μαχαίρι όμως είχε καρφωθεί στην καρδιά.
Κάπου αλλού θα κοίταξε ο Θεός και τον ξέχασε, σκέφτηκα.
Εκτός εάν ο Διάβολος, μέσω του δολοφόνου, ήταν σ’ αυτή την περίπτωση πιο γρήγορος στον έλεγχο της Μοίρας του.
Ετικέτες: Γιάννης Πανούσης