Point Blank
Ο Walker – ένας μυστηριώδης άντρας χωρίς μικρό όνομα – βρίσκεται μισοπεθαμένος στο νησί του Alcatraz, μετά από μια επεισοδιακή ληστεία που πήγε πολύ στραβά. Η γυναίκα του κι ο καλύτερός του φίλος τον πρόδωσαν φεύγοντας με όλη τη λεία, πυροβολώντας τον και αφήνοντάς τον για νεκρό. Μόλις καταφέρει να σταθεί στα πόδια του, ο Walker θα μεταμορφωθεί σε μια ψυχρή πολεμική μηχανή, προγραμματισμένη για αποκατάσταση της τάξης, ηθικής και οικονομικής.
Ο Donald Westlake είναι ένας θρύλος της αστυνομικής λογοτεχνίας, που δυστυχώς στη χώρα μας δε μνημονεύεται όσο του αξίζει. Ξεκινώντας από pulp λογοτεχνία και πορνογραφήματα, ο Westlake θέλησε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 να δοκιμάσει την τύχη του στην αστυνομική λογοτεχνία (πιο συγκεκριμένα σε σκληρή λογοτεχνία που απευθύνεται σε αντρικό κοινό, μακριά όμως από ερωτικές αφηγήσεις). Έτσι, για να έχει τύχη με paperback hard boiled (φτηνές εκδόσεις με μαλακό εξώφυλλο) που βρωμούσε βαρβατίλα, ο Westlake υιοθέτησε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Richard Stark (από τον Richard Widmark και το Stark, που αναφερόταν στο λιτό τρόπο γραφής που θα ακολουθούσε). Το 1962 γεννήθηκε το The Hunter, με πρωταγωνιστή τον Parker (σκέτα) για να σημαδέψει την ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας για πάντα. Ο Parker είναι ένας ικανός κλέφτης, που λέει λίγα, καταφέρνει πολλά και θυμίζει γάτο σε σκουπιδότοπο. Δηλαδή έχει τις ικανότητες να τα βγάλει πέρα, αλλά θα πρέπει να κοπιάσει, να λαθέψει και να τραυματιστεί. Ο Westlake είχε πρόθεση στην αρχή για ένα μόνο βιβλίο, όμως ο ατζέντης του τον έπεισε να συνεχίσει τον ήρωα, όπως κι έγινε με 28 βιβλία μέσα σε σχεδόν πενήντα χρόνια.
Το 1967, ο εξαιρετικός και πρωτότυπος Βρετανός σκηνοθέτης John Boorman (Deliverance, Excalibur) αποφάσισε να κάνει μια ελεύθερη, κινηματογραφική μεταφορά του “Κυνηγού”, με πρωταγωνιστή τον Lee Marvin. Ο τελευταίος ήταν ήδη βραβευμένος super star και απαίτησε να έχει άποψη στον κινηματογραφικό μετασχηματισμό του ήρωα, με τον Boorman να του δίνει ελευθερία. Η δράση μεταφέρθηκε από τη Νέα Υόρκη του βιβλίου στο San Francisco και το Los Angeles, ο Parker βαφτίστηκε Walker, όμως το πνεύμα του “The Hunter” αποδόθηκε πιστά. Ο Marvin κυριαρχεί στην οθόνη, σπαθάτος, ευθυτενής και αποφασιστικός, φορώντας υπέροχα κοστούμια και σουλατσάροντας στα καταγώγια της Δυτικής Ακτής. Σε κάθε πλάνο, σε πείθει ότι ο Walker κινείται σα να τον σπρώχνει κάποια μεταφυσική δύναμη και ότι δε θα φρενάρει όποιος και να βρεθεί απέναντί του. Η κινηματογράφηση και η φωτογραφία είναι υπέροχες, η ψυχεδέλεια των ‘60s διάχυτη (δεν είναι σπάνιο ο θεατής να νιώθει ότι ο Walker ονειροβατεί), ενώ η συνολική ατμόσφαιρα σε πείθει για τη σοβαρότητα των καταστάσεων, χωρίς να σε πνίγει.
Στους δεύτερους ρόλους συναντάμε την εντυπωσιακή Angie Dickinson (στην καλύτερη φάση της καριέρας της, ούτε παιδούλα όπως στο Rio Bravo, ούτε μεγαλοκοπέλα όπως στο Police Woman) και κινηματογραφικές λέρες, όπως ο John Vernon κι ο Lloyd Bochner. Όλοι αποδίδουν σωστά κυρίως, όμως τονίζουν την περσόνα του Lee Marvin, ως μοναχικού εκδικητή. Δεν είναι λίγες οι φορές που αντίστοιχοι ρόλοι περνούν τα όρια και γίνονται καρικατούρες. O Marvin έχει πέσει σε αυτήν την παγίδα σε ταινίες όπου έγινε υπερβολικά εξωστρεφής, με φωνές και ξεσπάσματα (The Man Who Shot Liberty Valance). Αντίθετα, στο Point Blank δίνει σεμινάριο “σκληρού πρωταγωνιστή”, υλικό για μελέτη για τις επόμενες γενιές ηθοποιών.
Πέρα από την καλλιτεχνική αρτιότητα της ταινίας και τις αξιόλογες ερμηνείες, αξίζει να σταθούμε στο γράψιμο του ήρωα: Ο λογοτεχνικός Parker κι ο κινηματογραφικός Walker είναι εγκληματίες, μοναχικοί και απόκληροι της κοινωνίας, με τους οποίους ο θεατής δύσκολα ταυτίζεται, αλλά σίγουρα θέλει να παρακολουθήσει το ταξίδι τους. Ο Ripley της Patricia Highsmith είναι ένας γοητευτικός δολοπλόκος, που γλιστράει χάρις στην εξυπνάδα και τη χάρη του. Ο Parker απλώς βλέπει κόκκινo και σχεδιάζει πως θα βγάλει από τη μέση αυτούς που θεωρεί ότι το αξίζουν. Δε φθονεί πλούσιους, δεν κοροϊδεύει γυναίκες, απλώς σέρνεται στον υπόνομο και φρόντισε να μη βρεθείς μπροστά του. Τον σπρώχνει ο τσαμπουκάς και το ένστικτο της επιβίωσης και λιγότερο οι συναισθηματισμοί (παρά τη δίψα για εκδίκηση).
Πολλές από τις ταινίες που παρουσιάζονται στη συγκεκριμένη στήλη έχουν προβλήματα και προσεγγίζονται συναισθηματικά και βάσει υποκειμενικού γούστου. Το Point Blank είναι ακριβώς το αντίθετο. Πρόκειται για άριστο κινηματογραφικό έργο που απογειώνει ένα εξαιρετικό, πρωτότυπο βιβλίο και πλέον θεωρείται από τις κορυφαίες ταινίες crime fiction στην ιστορία. Στην εποχή της έτυχε μέτριας αποδοχής, σήμερα όμως η φήμη της έχει – δικαίως – απογειωθεί στις τάξεις των φίλων της αντίστοιχης φιλμογραφίας. Το 1999 πραγματοποιήθηκε ένα συμπαθέστατο – και πιο καρτουνίστικο – remake ονόματι Payback, με τον Mel Gibson στο ρόλο του Parker (ονομάστηκε… Porter στην ταινία), το οποίο βέβαια δεν πιάνει με τίποτα το επίπεδο του Point Blank. Δείτε την ταινία του John Boorman, ξεκινήστε την ανάγνωση των ιστοριών του Parker στα ελληνικά και κυρίως, απαιτήστε να εκδοθεί το “The Hunter” στη γλώσσα μας.