Μεσογειακό νουάρ: κοινοί τόποι και αφηγηματικές τροπικότητες
του Θανάση Μήνα*
Επιχειρώντας να απαντήσουμε στο ερώτημα αν «υπάρχει μεσογειακό νουάρ», νομίζω ότι θα πρέπει να το σπάσουμε σε μικρότερα ερωτήματα, ερωτήματα που θα μας επιτρέψουν να εξετάσουμε τις συνδηλώσεις του όρου «μεσογειακό νουάρ». Πότε εισήχθη στη λογοτεχνική μας γλώσσα ο όρος «μεσογειακό νουάρ»; Από ποιους; Και, κυρίως, σε ποιο συγκείμενο διεκδίκησε την εγγραφή του; Τίθεται επίσης αυτόματα ένα ακόμη ερώτημα, το οποίο όμως ορίζει το δικό του πεδίο ξεχωριστής συζήτησης: «ταυτίζεται συλλήβδην το αστυνομικό αφήγημα με το νουάρ»; Ταυτίζεται, αλλιώς, η οπτική ενός μικροαστού μπάτσου, συνήθη ήρωα σε αρκετά παραδείγματα του είδους, με την οπτική των «φονιάδων μπάτσων» του Φρεντερίκ Φαζαρντί και κατ’ επέκταση του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ; Όπως είπα, είναι αντικείμενο μιας ξεχωριστής συζήτησης.
Επιστρέφοντας στα πρωτεύοντα ερωτήματά μας, ο όρος «μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα» νομίζω ότι προτάθηκε στα καθ’ ημάς από συγγραφείς όπως ο Πέτρος Μάρκαρης, γύρω στο 2007-2008. Θυμίζω, είναι η εποχή που γνωρίζει μαζική επιτυχία ο Στιγκ Λάρσον, το σκανδιναβικό θρίλερ αρχίζει, με τη βοήθεια της τηλεόρασης και των sitcoms, να επελαύνει, και ο υπερεκτιμημένος Τζο Νέσμπο περιμένει στη γωνία. Νομίζω ότι οι συγγραφείς, που πρότειναν τον όρο, ήθελαν με αυτή την αφαίρεση, αφενός να διαχωρίσουν τις πιο λογοτεχνικές εξυφάνσεις που απαντούν στο αστυνομικό αφήγημα του Νότου σε σχέση με το θρίλερ των Σκανδιναβών, αφετέρου να αναδείξουν την πιο κοινωνική διάσταση του πρώτου.
Την ίδια περίοδο, εξάλλου, ο αείμνηστος Ανταίος Χρυσοστομίδης έγραφε στη εισαγωγή του τόμου Ελληνικά Εγκλήματα: «Mια νέα γενιά συγγραφέων που θα έλεγε κανείς πως το πεπρωμένο τους δεν θα έπρεπε να είναι το αστυνομικό, μια γενιά διανοούμενων και αριστερών συγγραφέων κάνουν την εμφάνισή τους και ανακατεύουν από την αρχή την τράπουλα».
Τα παραπάνω μας επιτρέπουν λοιπόν να μπορούμε να υποστηρίξουμε την ύπαρξη μιας μεσογειακής σχολής του νουάρ; Η απάντησή μου είναι αρνητική όσο αυτή η αφαίρεση επιχειρείται να γίνει ολιστικά. Προφανώς γράφονται νουάρ μυθιστορήματα στον μεσογειακό χώρο, όμως μια «σχολή» ή ένα «λογοτεχνικό ρεύμα» προϋποθέτουν προσδιορισμούς και επιτελέσεις που δεν εντοπίζονται στην περίπτωσή μας. Νομίζω, αναφορικά με τους συγγραφείς του είδους, ότι ούτε ότι για ενότητα ύφους μπορούμε να μιλήσουμε ούτε για κοινές αφηγηματικές τεχνικές που να έχουν κανονιστικό χαρακτήρα.
Μια μικρή παρέκβαση: υπό μια έννοια, το σκανδιναβικό αστυνομικό μυθιστόρημα εμφανίζει πιο στάνταρντ χαρακτηριστικά συγκρότησης μιας «σχολής» - «σχολής» όμως με αρνητικό πρόσημο. Πλην εξαιρέσεων (Μανκέλ, Στόλεσεν κ.ά.) τα σκανδιναβικά αστυνομικά μυθιστορήματα μού φαίνονται απελπιστικά ίδια. Ποια είναι αυτά τα στάντανρτ χαρακτηριστικά: η απουσία λογοτεχνικότητας, ένας επιτηδευμένα γρήγορος ρυθμός, οι αφηγηματικές ευκολίες, πλοκή που παραπέμπει σε τηλεοπτικά sitcoms.
Επιστρέφοντας στο θέμα μας, παρόλα αυτά θεωρώ ότι ο όρος «μεσογειακό νουάρ» έχει τη χρησιμότητά του. Το κλειδί είναι η εξέταση και η κατανόηση της επιτελεστικότητας της λέξης, του επιθέτου «μεσογειακό». Σε αντίθεση με την υποδήλωση της ύπαρξης μιας λογοτεχνικής μεσογειακής σχολής, όπως αναφέρθηκε, θα πρότεινα να νοηματοδότησουμε τη λέξη «μεσογειακό» με έναν παρεμφερή τρόπο με εκείνον που το έκανε ο κορυφαίος Γάλλος ιστορικός των Anales, Φερνάν Μπροντέλ, στις μελέτες του για την ιστορία των λαών της Μεσογείου. Γράφει ο Μπροντέλ:
«Το ταξίδι στη Μεσόγειο είναι μια συνάντηση με πράγματα πολύ παλιά, που είναι όμως ακόμη ζωντανά και συνυπάρχουν με το υπερ-μοντέρνο, μια διείσδυση στον αρχαϊσμό των νησιωτικών κόσμων, το ξάφνιασμα μπροστά στην εξαιρετική νεότητα πόλεων πολύ παλιών που παραμένουν ανοιχτές σ' όλους τους ανέμους του πολιτισμού και του κέρδους και που εδώ και αιώνες ελέγχουν και απομυζούν τη θάλασσα. Τα επιτεύγματα μπορούν να γίνουν κατανοητά μονάχα αν θεωρηθούν στο σύνολό τους, πως πρέπει ακόμη να συνδυαστούν μεταξύ τους, αφού το φως του παρόντος συχνά τους ταιριάζει και με βάση ό,τι βλέπουμε σήμερα κρίνουμε, κατανοούμε το χθες και αντίστροφα. Η Μεσόγειος είναι μια καλή αφορμή να παρουσιάσουμε έναν "άλλο" τρόπο ιστορικής προσέγγισης».
Η λέξη Μεσόγειος, λοιπόν, και τα παράγωγά της αποτελούν θα έλεγα έναν κοινό μας μνημονικό τόπο, γεμάτο από πολιτιστικά και πολιτισμικά αντιδάνεια ανάμεσα στους λαούς της περιοχής, λαούς που ακολουθούν εν τέλει παράλληλες ιστορικές διαδρομές. Αν επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος για ενότητα ύφους ανάμεσα στους συγγραφείς του νουάρ, μπορούν εντούτοις να εντοπιστούν εκλεκτικές συγγένειες στη θεματολογία τους, ως απότοκο της παράλληλης ιστορικής εμπειρίας. Οι συγγραφείς του είδους πράγματι σε πολλές περιπτώσεις επισκέπτονται κοινούς ή έστω παρόμοιους θεματικούς τόπους. Οι εμφύλιοι πόλεμοι, οι περίοδοι της μετάβασης από δικτατορικά σε δημοκρατικά καθεστώτα, τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα από και προς το εξωτερικό, τα ζητήματα πολιτισμικής ταυτότητας, οι κοινωνικές ανισότητες που εξακολουθούν είναι έντονες, είναι μερικά από τα θέματα που επανέρχονται στους λογοτέχνες του είδους, ανεξαρτήτως εθνικότητας.
Παρόλα αυτά, παρά τις εκλεκτικές συγγένειες στη θεματολογία, είναι εξίσου έντονες από συγγραφέα σε συγγραφέα οι διαφοροποιήσεις στους τρόπους επεξεργασίας αυτών των θεμάτων.
Εξάλλου οι διαφοροποιήσεις ως προς το ύφος και τους τρόπους επεξεργασίας είναι έκδηλες ακόμα και σε περιπτώσεις συγγραφέων που κατάγονται από την ίδια χώρα. Γίνεται για παράδειγμα λόγος για «γαλλική σχολή του νουάρ» και παραβλέπονται οι διαφορές που εμφανίζουν μεταξύ τους ως προς το ύφος, τη γλώσσα κλπ. κορυφαίοι Γάλλοι συγγραφείς. Το κοφτό στιλ και η γλώσσα του Μανσέτ, που θυμίζει «ξηρό πάγο», για να χρησιμοποιήσω έναν χαρακτηρισμό που αποδόθηκε στη γλώσσα του Μπάροουζ, έχουν τίποτα κοινό με το λυρισμό και την ποιητικότητα που χαρακτηρίζουν την πρόζα του Ιζζό; Ή, αν πάμε στην Ιταλία, ο κοσμοπολιτισμός στην οπτική του Καρλότο δεν στέκει στο αντίποδα του Καμιλέρι που εμμένει στην τοπικότητα; Ή στην Ισπανία, η έξω-καρδιά γλώσσα του Μονταλμπάν μοιράζεται έστω και έναν κοινό τόπο με το σκότος που αναδύεται από τη γραφή του Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα;
Δεν θα πρότεινα λοιπόν τη χρήση του όρου «μεσογειακό νουάρ» ως γενική ομπρέλα για τους συγγραφείς της περιοχής, παρά μόνο με την απαραίτητη υποσημείωση ότι η λέξη μεσογειακό οφείλει να υποδηλώνει πολυμορφία, πολυφωνία και ετερότητα. Ακόμα και σε μια περίκλειστη θάλασσα του ευρωπαϊκού Νότου μπορούν να αφθονούν οι αφηγηματικές τροπικότητες.
* Ο Θανάσης Μήνας είναι δημοσιογράφος και μουσικός παραγωγός.
Το άρθρο αυτό αποτελεί επεξεργασμένη εκδοχή του κειμένου,
που διαβάστηκε στην εκδήλωση με θέμα «Υπάρχει μεσογειακό noir;»
την οποία διοργάνωσε η Ε.Λ.Σ.Α.Λ. στο art bar POEMS & CRIMES
των Εκδόσεων Γαβριηλίδη στις 17 Ιουνίου 2016.