Και εγένετο αστυνομική λογοτεχνία
Ένα γοητευτικό είδος αφήγησης, όπως είναι η αστυνομική λογοτεχνία, πέρασε αρκετά χρόνια μέχρι να αποδεχθούμε πως δεν είναι παραλογοτεχνία. Θεωρητικά, οτιδήποτε εμπορικό χαρακτηρίζεται έτσι, χωρίς αυτό να είναι σωστό. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και ο Μπαλζάκ, στην εποχή του θεωρείτο υπερβολικός και λαϊκός από ορισμένους ειδήμονες, απαξιώνοντας την κρίση του αναγνώστη.
Για να πάμε λοιπόν λίγο πίσω στον χρόνο, για να δούμε την εξέλιξη της αστυνομικής αφήγησης! Στο τέλος 18ου – αρχές 19ου αιώνα, όταν οι κοινωνίες των πόλεων αλλάζουν ριζικά. Η σύνθεση του πληθυσμού στις πόλεις είναι ένα ανόμοιο μωσαϊκό ανθρώπων κάθε είδους, δημιουργώντας το φυσικό επακόλουθο της αύξησης της εγκληματικότητας.
Η αστυνομική λογοτεχνία γεννήθηκε μαζί με την βιομηχανική επανάσταση, σαν μια έκρηξη της ανάγκης του ανθρώπου της εποχής να λύσει τα συσσωρευμένα προβλήματα. Αρχικά, οι πρώτες αστυνομικές ιστορίες δημοσιεύονταν σε συνέχειες σε εφημερίδες, κάποιες φορές μάλιστα οι αναγνώστες απαιτούσαν να αλλάξει η πλοκή, και χάριν των πωλήσεων των φύλλων, ο συγγραφέας αναγκαζόταν να κάνει αλλαγές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν λάθη στην πλοκή. Λάθη τα οποία διορθώνονταν αργότερα με προσθαφαιρέσεις, όταν το μυθιστόρημα εκδιδόταν σε βιβλίο.
Γενικότερα, τα βιβλία της αστυνομικής λογοτεχνίας θεωρούνταν κατώτερα σε σχέση με τα υπόλοιπα είδη λογοτεχνίας, γιατί περιείχαν ανήθικο περιεχόμενο. Παράλληλα με το αστυνομικό, υπήρχε την ίδια εποχή το γοτθικό αφήγημα, με έμφαση στη μυστηριώδη ατμόσφαιρα, στον θάνατο και στο υπερφυσικό στοιχείο.
Παρακάτω, συγκέντρωσα με μεγάλη δυσκολία, στοιχεία για τα πρώτα κείμενα αυτής της περιόδου, που περιέχουν το στοιχείο της αστυνομικής αφήγησης. Μπορεί να μην είναι λογοτεχνία, μπορεί να μην ανήκουν καθαρά σε αυτό το είδος, μπορεί άλλα να ρέπουν προς το κοινωνικό ή το μυστήριο, αλλά έτσι κι αλλιώς η κατηγοριοποίηση έγινε με προσωπικό κριτήριο. Απολαύστε τους πρώτους ντετέκτιβ στο ξεκίνημά τους!
Φρανσουά Μαρί Αρουέ (Βολταίρος), 1694-1778
1747: Ζαντίγκ ή Πεπρωμένο, Φρανσουά Μαρί Αρουέ (ψευδώνυμο Βολταίρος, Γαλλία)
O Ζαντίγκ, ένας νεαρός από τη Βαβυλώνα, περιπλανιέται στις χώρες της Ανατολής. Εξαπατάται από άστατες γυναίκες, καταδικάζεται σε αποκεφαλισμό, γίνεται σκλάβος ενός Άραβα εμπόρου στην Αίγυπτο και απειλείται με εκτέλεση στην πυρά, για να καταλήξει φυλακισμένος του άρχοντα ληστή Αρμπογχάντ. Πιθανότατα είναι ο πρώτος «ντετέκτιβ» στην ιστορία, αφού καταφέρνει να περιγράψει με κάθε λεπτομέρεια το άλογο του βασιλιά και τον σκύλο της βασίλισσας, χωρίς να τα έχει δει, αλλά με λογική σκέψη, αφού πρώτα επιθεώρησε τα ίχνη τους.
Απόσπασμα:
«Ό,τι καλό έκανα έγινε πηγή κατάρας για μένα και δεν έφτασα στη κορυφή της δόξας παρά μόνο για να γκρεμιστώ στο πιο φοβερό βάραθρο της κακοτυχίας».
1827: Ρίτσμοντ, ιστορίες στη ζωή ενός αξιωματικού στη οδό Μπόου, αγνώστου, Αγγλία
Ο Τόμας Σαρ Γκάσπι γράφει την εισαγωγή μιας νιουγκέιτ γραφής, δηλαδή ιστορίες που έχουν καταγραφεί στις φυλακές, κοντά στο αστυνομικό τμήμα της οδού Μπόου. Είναι η εποχή που δημιουργείται η μητροπολιτική αστυνομία της Αγγλίας και αρχίζουν να δημοσιεύονται στα πρωτοσέλιδα άγρια εγκλήματα. Τα αστυνομικά μυθιστορήματα γράφονται για να καθησυχάσουν τον κόσμο, με την απόδοση δικαιοσύνης στο τέλος και την τιμωρία των ενόχων.
Εζέν Φρανσουά Βιντόκ, 1775-1857
1835: Βιντόκ, αναμνήσεις από τον πρώτο μεγάλο ντετέκτιβ, Εζέν Φρανσουά Βιντόκ, Γαλλία
Αυτοβιογραφία του Εζέν Φρανσουά Βιντόκ, θρυλικής για την εποχή του μορφής. Πρώην ληστής και γνώστης της συμπεριφοράς των κακοποιών του Παρισιού, κατάφερε να γίνει αστυνομικός και να ανέβει στην ιεραρχία της αστυνομίας ως ο επικεφαλής της Sûreté (της γαλλικής αστυνομίας). Σε τούτο το βιβλίο περιγράφει με γλαφυρότητα τα γεγονότα και καταστάσεις της πολυτάραχης ζωής του.
1841: Τα εγκλήματα της οδού Μοργκ, Έντγκαρ Άλαν Πόου, Η.Π.Α.
Είναι το πρώτο καθαρό διήγημα αστυνομικής λογοτεχνίας όπου εμφανίζεται ο ντετέκτιβ με λογική σκέψη και αντίληψη. Πρόκειται για τον Ωγκύστ Ντυπέν.
Στην οδό Μοργκ στο Παρίσι δύο γυναίκες βρίσκονται δολοφονημένες σε ένα κλειδωμένο δωμάτιο. Πολλοί μάρτυρες δηλώνουν ότι άκουσαν τη φωνή του δολοφόνου, αλλά κανείς δεν κατάλαβε ποια γλώσσα μιλούσε. Η αστυνομία βρίσκεται σε αδιέξοδο, και αναλαμβάνει ο ερευνητής Αύγουστος Ντυπέν, ευφυής, περιθωριακός διανοούμενος, με αναλυτικές ικανότητες και ευφυΐα.
Απόσπασμα:
«Οι ανώτερες νοητικές δυνάμεις ασκούνται πιο αποφασιστικά και πιο ωφέλιμα στο ανεπιτήδευτο παιχνίδι της ντάμας, παρά στην εξεζητημένη επιπολαιότητα του σκακιού. Στο τελευταίο, όπου τα πιόνια κάνουν διαφορετικές και ιδιόρρυθμες κινήσεις, οι οποίες έχουν ποικίλες και μεταβλητές αξίες, κάτι που είναι απλώς πολύπλοκο εκλαμβάνεται εσφαλμένα (και όχι σπάνια) ως βαθυστόχαστο».
1842: Τα μυστήρια του Παρισιού, Εζέν Σου, Γαλλία
Πρόκειται για ένα βιβλίο που δημοσιευόταν σε επιφυλλίδες και μάλιστα σε συνέχειες, κάποιες φορές κατά παραγγελία των αναγνωστών που κατηύθυναν την πλοκή. Είχε τεράστια επιτυχία, και το μιμήθηκαν δεκάδες συγγραφείς σε πολλές χώρες, ελπίζοντας στην ίδια επιτυχία, ένας μάλιστα τον ξεπέρασε, ο Βίκτωρ Ουγκώ.
Ήρωας του βιβλίου είναι ο μυστηριώδης Ροντόλφ, ο οποίος μπορεί όταν το επιθυμεί να μεταμφιέζεται σε φτωχό εργάτη. Στην πραγματικότητα είναι αριστοκράτης, ο Μεγάλος Δούκας του Γερολστάιν, μια φανταστική χώρα που ίσως ανήκει στη Γερμανική Συνομοσπονδία. Προσπαθεί να καταλάβει τους κώδικες του υπόκοσμου της πόλης, γνωρίζει να μιλά την αργκό, και είναι προικισμένος με μεγάλη δύναμη. Ο Ροντόλφ είναι τέλειος, χωρίς μεγάλα ή μικρά ελαττώματα. Συμπονά τους ανθρώπους του λαού, η κρίση του είναι αλάνθαστη, οι ιδέες του λαμπρές. Ο Rodolphe συνοδεύεται από πολύτιμους συνεργούς: τον Sir Walter Murph, έναν Βρετανό, και τον David, έναν προικισμένο μαύρο γιατρό, έναν πρώην σκλάβο.
Τσαρλς Ντίκενς, 1812-1870
1852: Ζοφερός Οίκος, Τσαρλς Ντίκενς, Αγγλία
Η νεαρή ηρωίδα του μυθιστορήματος, Έστερ Σάμερσον, μετακομίζει στο σπίτι του κηδεμόνα της, Σερ Λέστερ, και μεγαλώνει προσπαθώντας να παραμένει πάντοτε στο παρασκήνιο, υποτιμώντας τον εαυτό της και ευγνωμονώντας τους πάντες για το παραμικρό.
Κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η Τζάρνταϊς και Τζάρνταϊς, μια μακροχρόνια δικαστική υπόθεση στο Δικαστήριο του Τσάνσερι, η οποία προκύπτει εξαιτίας της σύνταξης πολλών διαθηκών από έναν κληροδότη. Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του 1853, ο Dickens ανέφερε ότι η φανταστική αυτή δικαστική διαμάχη βασίστηκε σε πολλές πραγματικές υποθέσεις.
Βιβλίο με περίπλοκη υπόθεση και μεγάλο αριθμό χαρακτήρων, όπου εμφανίζεται ο επιθεωρητής Μπάκετ, ο οποίος έχει στο παρελθόν διερευνήσει διάφορα θέματα σχετικά με την Τζάρνταϊς και Τζάρνταϊς, και προσλαμβάνεται από τον Σερ Λέστερ για να βρει την εξαφανισμένη γυναίκα του και να επιλύσει το μυστήριο ενός φόνου.
1856: Το θαμμένο μυστικό, Γουίλκι Κόλλινς, Αγγλία
Δεκαπέντε χρόνια έχουν περάσει από τότε που η κυρία Τρέβερτον, ετοιμοθάνατη στον μυστηριώδη Πύργο της Πορθγκένα, εκμυστηρεύεται ένα μυστικό στην υπηρέτριά της. Η κόρη της Ρόζαμοντ, μετά από χρόνια, προσπαθεί να ξεσκεπάσει το παρελθόν.
Το Θαμμένο Μυστικό, είναι ένα μυστήριο αδιάπτωτης αγωνίας και διεισδυτικής απεικόνισης χαρακτήρων, ένα εξαίσιο μείγμα ρομαντισμού και γοτθικού δράματος, προαναγγέλλει τη Γυναίκα με τα άσπρα, καθώς χρησιμοποιεί τα ίδια αφηγηματολογικά στοιχεία: μεταμφίεση, απάτη, στέρηση ταυτότητας, αποκαλύψεις, σε μια δυνατή και συναρπαστική αφήγηση.
1857: Η μυστηριώδης κληρονομιά, Πονσόν Ντυ Τεράιγ, Γαλλία
Η πλοκή του βιβλίου ξεκινά το 1812, κατά τη διάρκεια της ρωσικής υποχώρησης, όταν ο συνταγματάρχης Αρμάν ντε Κερσά, ευγενής από τη Βρετάνη, δολοφονείται από τον βοηθό του, Φελιπόν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η χήρα του Κερσά, με τον οποίο είχε ένα γιο, τον Αρμάν, παντρεύεται τον δολοφόνο του συζύγου της, με τον οποίο αποκτά έναν δεύτερο γιο, τον Αντρεά. Αργότερα, οι δύο ετεροθαλείς αδερφοί θα έρθουν σε ρήξη.
Σε αυτό το βιβλίο κάνει την πρώτη του εμφάνιση ο νεαρός Ροκαμπόλ, δεξί χέρι του κακοποιού Σερ Γουίλιαμς. Θα ακολουθήσουν και άλλα βιβλία με τους άθλους του Ροκαμπόλ, από τον οποίο εμπνεύστηκε αργότερα ο Μωρίς Λεμπλάν για να δημιουργήσει τον γνωστό ήρωα Αρσέν Λουπέν.
Βικτόρ Ουγκώ, 1802-1885
1862: Οι άθλιοι, Βικτόρ Ουγκώ, Γαλλία
Ο Γιάννης Αγιάννης, φτωχός άνδρας, που κλέβει ψωμί για την αδερφή του και τις ανιψιές του, καταδικάζεται σε φυλάκιση. Στην αποφυλάκιση του, 19 χρόνια αργότερα, του δίνεται ένα κίτρινο αποφυλακιστήριο που τον στιγματίζει σαν πρώην κατάδικο.
Αφότου αποκτά μια νέα ζωή, χάρη στον επίσκοπο Μυριήλ, καταστρέφει το αποφυλακιστήριό του και χρησιμοποιεί νέα ταυτότητα. Γίνεται δήμαρχος με το όνομα κύριος Μαγδαληνής, όμως αποκαλύπτει την ταυτότητά του για να μην καταδικαστεί κάποιος άδικα. Έτσι εγκαταλείπει τη δημαρχία, ζώντας μόνιμα κυνηγημένος από τον αστυνόμο Ιαβέρη. Πρόκειται για χαρακτήρα, βασισμένο στο υπαρκτό πρόσωπο του Εζέν Φρανσουά Βιντόκ, αστυνομικού και πρώην εγκληματία.
Απόσπασμα:
«Σκεπτόμενος αυτά τα ζητήματα και λύνοντάς τα, έκρινε κι αυτός την κοινωνία και την κατεδίκασε. Την κατεδίκασε σε τί; Στο μίσος του. Την κατέστησε υπεύθυνη για την τύχη του, και είπε βαθιά στην καρδιά του ότι ίσως δεν θα εδίσταζε μια μέρα να της ζητήσει το λόγο. Είπε βαθιά στην καρδιά του ότι δεν υπήρχε ισορροπία ανάμεσα στη ζημιά που έκαμε αυτός και στη ζημιά που του έκαμαν. Έβγαλε τέλος πάντων το συμπέρασμα ότι η τιμωρία του δεν ήτανε μεν αδικία, αλλ’ ήταν βέβαια απανθρωπία».
1866: Το νεκρό γράμμα, Μέτα Βικτόρια Φούλερ Βίκτορ ΗΠΑ (ψευδώνυμο Seeley Register), Η.Π.Α.
Θεωρείται η μητέρα του πρώτου ντετέκτιβ αστυνομικής λογοτεχνίας, του Νεοϋρκέζου κυρίου Μπάρτον.
Η πλοκή ξεκινά με τον Ρίτσαρντ Ρέντφιλντ να ανοίγει το περιεχόμενο ενός γράμματος από τα αζήτητα, και να συσχετίζει το περιεχόμενό του με τα γεγονότα μιας βραδιάς, δύο χρόνια πριν, όταν ένας νέος άνδρας φονεύτηκε άγρια. Το σώμα του θύματος, Χένρυ Μόρλαντ, βρέθηκε λίγα βήματα από το σπίτι του Τζον Έργκιλ. Ο Μόρλαντ ήταν αρραβωνιασμένος με την κόρη του Έργκιλ, την Ελεάνορ. Οι υποψίες σύντομα θα πέσουν γύρω από το πρόσωπο του Ρίτσαρντ Ρέντφιλντ, ο οποίος απεγνωσμένος να καθαρίσει το όνομά του, ζητά βοήθεια από τον κύριο Μπάρτον, έναν διάσημο ντετέκτιβ από τη Νέα Υόρκη. Όμως η υπόθεση έχει περισσότερες ανατροπές από ό,τι οι δύο άντρες θα μπορούσαν να φανταστούν.
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, 1821-1881
1866: Έγκλημα και τιμωρία, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Ρωσία
Ο Ρασκόλνικωφ, φοιτητής της Νομικής στην Αγία Πετρούπολη διαπράττει ένα διπλό φόνο μιας γριάς τοκογλύφου και της αφελούς αδελφής της. Κίνητρο της δολοφονίας ήταν η ληστεία, αλλά, εσωτερικά, ο Ρασκόλνικωφ νιώθει μια βαθιά θέληση να ξεπεράσει τον εαυτό του και να υπερβεί τα όρια που του προβάλει η κοινωνία, με σκοπό να την αλλάξει.
Μετά τη δολοφονία, ο Ρασκόλνικωφ αρχίζει και κατακλύζεται από αντιφατικά αισθήματα, τύψεις και παράνοιας, που εντείνονται όταν στη ζωή του μπαίνουν αρχικά ο Ραζουμίχιν, συμφοιτητής του, η αδελφή του, Ντούνια, και η μητέρα του, που έρχονται από το χωριό τους για τον γάμο της πρώτης. Ο Ρασκόλνικωφ διώχνει τον γαμπρό διαλύοντας τον αρραβώνα, και αναπτύσσει σχέσεις με μία ορφανή νεαρή πόρνη, τη Σόνια. Ταυτόχρονα καταδιώκεται από τον δαιμόνιο ανακριτή Πορφύρη Πετρόβιτς, ο οποίος ξέρει από την αρχή πως είναι ο ένοχος, και σπρώχνει τον Ρασκόλνικωφ να κάνει τρομερά λάθη. Ενώ η κατάσταση χειροτερεύει όταν εμφανίζεται ο Σβιντριγκάιλωφ, ο οποίος είχε κάνει ανήθικες προτάσεις στην αδελφή του, και τώρα, γνωρίζοντας πως ο Ρασκόλνικωφ είναι δολοφόνος, τον εκβιάζει.
Απόσπασμα:
«Βαριανασαίνοντας και σφίγγοντας με το χέρι το στήθος στο μέρος της καρδιάς που χτύπαγε δυνατά, έχοντας ψαχουλέψει και ταχτοποιήσει για μιαν ακόμα φορά το τσεκούρι, άρχισε ν’ ανεβαίνει αργά και προσεχτικά τη σκάλα και κάθε λίγο και λιγάκι αφουγκραζόταν. Μα και στη σκάλα εκείνη την ώρα δεν ήταν κανένας. Όλες οι πόρτες ήταν κλειστές. Κανέναν δεν συνάντησε. [...] Μα το καρδιοχτύπι δεν έπαυε. Απεναντίας, λες και σαν επίτηδες, η καρδιά του χτυπούσε όλο και πιο δυνατά, πιο δυνατά, πιο δυνατά... Δε βάσταξε πια, σήκωσε αργά το χέρι στο κουδούνι και χτύπησε. Πέρασε μισό λεπτό. Ξαναχτύπησε δυνατά. Καμιά απάντηση. Δεν υπήρχε λόγος να χτυπάει στο βρόντο. Φυσικά, η γριά ήταν μέσα. Είναι φιλύποπτη όμως και μόνη».
1866: Υπόθεση Λερούζ, Εμίλ Γκαμποριώ, Γαλλία
Ήρωας του βιβλίου ο ερασιτέχνης ερευνητής μπαρμπα-Ταμπαρέ, ενώ εδώ κάνει την πρώτη του εμφάνιση ο μετέπειτα ήρωας πολλών βιβλίων του Γκαμποριώ, Μεσιέ Λεκόκ (χαρακτήρας βασισμένος στον αστυνομικό και πρώην παράνομο Μεσιέ Βιντόκ).
Η Κλοντίν Λερούζ βρίσκεται άγρια δολοφονημένη και η αναστάτωση στο απομονωμένο σπιτάκι όπου έμενε, κάνει τους χωροφύλακες να υποψιαστούν πως έπεσε θύμα ληστείας. Όμως τα χρυσά νομίσματα παραμένουν στο συρτάρι. Τι έψαχνε ο δολοφόνος; Ο δαιμόνιος γεροντάκος και ερασιτέχνης ντετέκτιβ, Ταμπουρέ, ανακαλύπτει κρυμμένες ερωτικές επιστολές ενός πάμπλουτου αριστοκράτη καθώς και την ύπαρξη ενός νόθου κι ενός νόμιμου γιου. Η υπόθεση περιπλέκεται.
Απόσπασμα:
«Ήξερε πώς είχαν τα πράγματα, και, καθώς έβλεπε, με τις απόψεις του συμφωνούσε και ο κύριος Νταμπιρόν. Ωστόσο, πόσες δυσκολίες δεν είχε ακόμη μπροστά του! Κι αυτό διότι ανάμεσα στον ανακριτή και το κατηγορούμενο παρεμβάλλεται ένα υπέρτατο δικαστήριο, θεσμός αξιοθαύμαστος, που εγγυάται την ελευθερία όλων μας, μια εξουσία ουσιωδώς συμβιβαστική: το σώμα των ενόρκων. (…) Εκεί που δεκαεννιά φορές στις είκοσι οι δικαστές θα καταδίκαζαν, αυτοί, για να έχουν ήσυχη τη συνείδησή τους –και δικαίως– αθωώνουν δεκαεννιά φορές στις είκοσι διότι δεν τους έπεισαν τα αποδεικτικά στοιχεία».
1868: Το άλμπουμ του ντετέκτιβ, Μαίρη Φόρτσιουν, (ψευδώνυμο: Γουέιφ Γουόντερ), Ιρλανδία
Περιέχει διηγήματα από υποθέσεις που απασχόλησαν την αυστραλιανή αστυνομία. Από τις πρώτες γυναίκες που έγραψαν αστυνομικό με την οπτική γωνιά του ντετέκτιβ, η Ιρλανδή Μαίρη Έλενα Γουίλσον Φόρτσιουν, έζησε μια πολυτάραχη ζωή, με καριέρα στην Αυστραλία. Με δεκάδες αστυνομικές ιστορίες επί σαράντα χρόνια στο ενεργητικό της, πέθανε άσημη, παρά το μεγάλο έργο της, αφού συνήθως δεν υπέγραφε με το πραγματικό της όνομα, είτε υπέγραφαν οι συνεργάτες της.
Ήρωάς της, ο ντετέκτιβ Μαρκ Σινκλέρ. Στο διαδίκτυο υπάρχουν ελεύθερα πολλά βιβλία της, για όσους θέλουν να διαβάσουν.
1878: Υπόθεση Λέβενγουορθ, Anna Katharine Green, Η.Π.Α.
Η συγγραφέας σημείωσε τεράστια επιτυχία για την εποχή της (1 εκατομμύριο αντίτυπα το βιβλίο της), με ήρωα τον αστυνόμο Εμπενέζερ Γκράις. Αφηγητής της ιστορίας είναι ο Ρέιμοντ, δικηγόρος, στον οποίο ανακοινώνεται η δολοφονία ενός καλού πελάτη και φίλου. Ο Ρέιμοντ σπεύδει στον τόπο του εγκλήματος, για να διαφυλάξει τα συμφέροντα του πελάτη του και να συμπαρασταθεί στις δύο ανιψιές του.
Ο ιδιόρρυθμος ντετέκτιβ της αστυνομίας κ. Γκράις που θα αναλάβει την υπόθεση έχει περίεργες τεχνικές για να λύσει μια υπόθεση με πολλά κίνητρα και πολλούς υπόπτους. Μια υπηρέτρια που έχει εξαφανιστεί, ένας φόνος σ’ ένα σπίτι κλειδωμένο χωρίς να υπάρχει διάρρηξη, και το θύμα που έχει επιλέξει να αφήσει την περιουσία του μονάχα στη μία από τις δύο ανιψιές του. Ο Γκράις και ο Ρέιμοντ, δίδυμο που παραπέμπει στους Χόλμς και Γουάτσον του Κόναν Ντόυλ, πιθανότατα είναι οι ήρωες που τον ενέπνευσαν.
Απόσπασμα:
«Χλομή σαν το σμιλεμένο είδωλο της Ψυχής που διακρινόταν να δεσπόζει από πάνω της στο μισοσκόταδο του παράθυρου κοντά στο οποίο καθόταν, όμορφη σαν κι αυτό και σχεδόν το ίδιο ακίνητη, σκυμμένη μπροστά με σφιγμένα τα χέρια, σαν παγωμένα σε μια ξεχασμένη ικεσία, προφανώς αδιάφορη σε ήχους, κίνηση ή επαφή. Μια σιωπηλή φιγούρα απόγνωσης μπροστά σε μιαν αδιάλλακτη Μοίρα».
Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, 1859-1930
1887: Σπουδή στο κόκκινο, Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, Αγγλία
Στο βιβλίο Σπουδή στο Κόκκινο, μέσα από τα μάτια του Δρ. Γουάτσον, ενός Άγγλου γιατρού, βετεράνου του πολέμου του Αφγανιστάν, συστήνεται για πρώτη φορά ένας εκκεντρικός και ευφυής ντετέκτιβ, ο Σέρλοκ Χολμς, που έμελλε να γίνει ο διασημότερος ερευνητής όλων των εποχών. Σε τούτο το βιβλίο οι δύο φίλοι εξιχνιάζουν μια υπόθεση φόνου, έρωτα και εκδίκησης.
Σε μια εγκαταλελειμμένη έπαυλη του Λονδίνου, βρέθηκε το πτώμα του Ένοχ Ντρέμπερ. Στον τοίχο του δωματίου ήταν γραμμένη με αίμα η λέξη Rache, που σημαίνει εκδίκηση στα γερμανικά, και στα ρούχα του νεκρού βρέθηκε ένα χρυσό δαχτυλίδι. Ο Σέρλοκ Χολμς που αναλαμβάνει την υπόθεση, δημοσιεύει αγγελία σε εφημερίδα πως βρήκε στον δρόμο ένα δαχτυλίδι. Την ίδια ημέρα μια ηλικιωμένη κυρία του το ζητά, λέγοντας πως το είχε χάσει η κόρη της. Ο Χολμς παρακολουθεί την κυρία, αλλά εκείνη του ξεφεύγει με μυστηριώδη τρόπο.
Όταν επαναλαμβάνεται ένα παρόμοιο έγκλημα, αυτή τη φορά με τον γραμματέα του θύματος, ο Χολμς καταφέρνει να λύσει την υπόθεση με τα στοιχεία που μόνο αυτός αντιλαμβάνεται.
Απόσπασμα:
«Υπάρχει το κόκκινο νήμα του φόνου ανάμεσα στο άχρωμο κουβάρι της ζωής και το καθήκον μας δεν είναι άλλο από το να το ξεμπλέξουμε, να το απομονώσουμε και να φέρουμε στο φως και το παραμικρό εκατοστό του».
Και ένα… «ελληνικό» παράρτημα
1887: Μελανή Βίβλος, Πάνος Κολοκοτρώνης (ψευδώνυμο: Φoν Κολοκοτρώνης)
Ο γιος του Θόδωρου Κολοκοτρώνη και της Κατερίνας Βελισσάρη, Παναγιώτης (1836-1893), αναγνωρίστηκε επίσημα από τον πατέρα του ως εξώγαμο τέκνο, διετέλεσε διοικητής της σχολής Eυελπίδων και αργότερα διευθυντής της αστυνομίας Αθήνας και Πειραιά. Το 1887 «δεν ήταν δυνατόν να αποβιβασθή εις Πειραιά λωποδύτης χωρίς να τον πάρη μυρωδιά».
Στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο Μελανή Βίβλος κατέγραψε αναλυτικά 256 εγκληματίες της περιόδου, το έγκλημα που διέπραξαν, τους δεσμούς που ανέπτυξαν με άλλους παραβατικούς, τις τελευταίες διευθύνσεις τους, κι όλα αυτά εμπλουτισμένα με ανέκδοτες ιστορίες παρακολούθησης και φωτογραφίες.
Αργότερα, η φήμη του Φoν Κολοκοτρώνη δημιούργησε σειρά λαϊκών αναγνωσμάτων στις αρχές του 1900, με συγγραφέα τον Αριστείδη Κυριακό. Παράλληλα, την ίδια εποχή, τέλος του 19ου, αρχές του 20ού αιώνα, μεγάλη απήχηση έχουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, τα ληστρικά μυθιστορήματα.
1895: Το ακέφαλον πτώμα, Λέων Γεράρδης
Το βιβλίο εστιάζει στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων του υποκόσμου, με ρεαλισμό. Ο χαρακτήρας του ήρωα παρανόμου, του Διονυός, είναι σε κάποια σημεία παιγνιώδης, και το βιβλίο κυλά χωρίς αυστηρή πλοκή. Όταν όμως αυτό απαιτείται, ο συγγραφέας φροντίζει να δώσει σφιχτοδεμένη αφήγηση για τη δολοφονία του αριστοκράτη Αριστοτέλη Μακρή και την εξιχνίαση της υπόθεσης από τον τυχοδιώκτη ήρωα και τη συμμορία του. Δεν υπάρχει αστυνομικός, αλλά υπάρχουν αναγνώριση του πτώματος, εύρεση ενοχοποιητικών στοιχείων, ιατροδικαστική και ανακριτική διαδικασία.
1895: Οι άθλιοι των Αθηνών, Ιωάννης Κονδυλάκης
Το βιβλίο βαδίζει πάνω στη συνταγή του Εζέν Σου με τα Μυστήρια των Παρισίων και είναι ένα λαϊκό ανάγνωσμα όπου παρουσιάζεται ο υπόκοσμος της εποχής και μεγάλα κοινωνικά προβλήματα.
Απόσπασμα:
«Ὁ ὑπαστυνόμος ἦτο τεσσαράκοντα πέντε περίπου ἐτῶν, βραχύσωμος, ἀρκετὰ παχὺς καὶ ὀλίγον κεκυφὼς, μὲ ὀφθαλμοὺς γαλανοὺς ζωηροτάτους, μὲ μειδίαμα σατύρου. Ἀφ' οὗ ἤκουσε τὰς πληροφορίας, τὰς ὁποίας μὲ τρέμουσαν φωνὴν ἔδωκεν ἡ Μαριώρα, ἡ ὁποία ἦτο κάτωχρος ὡς νεκρὰ, τῆς εἶπε μὲ τόνον σοβαρώτατον, ὅτι ἡ θέσις της ἦτο δεινή. Δὲν ἠδύνατο νὰ γλυτώσῃ ἀπὸ τὴν φυλακὴν, θὰ παρεπέμπετο εἰς τὴν εἰσαγγελίαν καὶ ἀπ' ἐκεῖ εἰς τὸ κακουργοδικεῖον, τὸ ὁποῖον ἐξάπαντος θὰ τὴν κατεδίκαζε νὰ κάμῃ δέκα χρόνια τοὐλάχιστον εἰς τὰς γυναικείας φυλακάς. Ἡ οἰκογένεια τῆς δηλητηριασθείσης εἶχε μεγάλα μέσα καὶ σήμερα, κορίτσι μου, μπορεῖς νὰ κρεμάσῃς ἄνθρωπο, ὅταν ἔχῃς μέσα. Αὐτὴ ὅμως δὲν εἶχε κανένα. Ποιὸς θὰ τὴν ἐπροστάτευε; ποιὸς θὰ ἐσκοτίζετο κι' ἅν τὴν ἔστελναν 'ς τὴν καρμανιόλα;»
Δημοσιεύτηκε στο site «Θεματοφύλακες λόγω τεχνών» (thematofylakes.gr),
στις 8 και 12 Νοεμβρίου 2019.