Η σήραγγα των περιστεριών: Tο αυτοβιογραφικό βιβλίο του λε Καρρέ
Το 2016 ο Τζων λε Καρρέ εξέδωσε μια συλλογή με αυτοβιογραφικά του κείμενα με τίτλο «Η σήραγγα των περιστεριών». Αναφέρεται σε ένα αθλητικό και σκοπευτικό κλαμπ δίπλα στο Καζίνο του Μόντε Κάρλο. Στην οροφή του καζίνο μαζεύονταν περιστέρια, τα οποία τα παγίδευαν, τα έβαζαν σε μια υπόγεια σήραγγα κάτω από το γρασίδι του κλαμπ που έφθανε μέχρι τη θάλασσα κι εκεί τα ελευθέρωναν και οι σκοπευτές τζέντλεμαν που τα περίμεναν με τις καραμπίνες τους μπορούσαν να τα σκοτώσουν. Όσα επιβίωναν ξαναγύριζαν μόνα τους στην ταράτσα του Καζίνο (τα περιστέρια επιστρέφουν πάντα στον τόπο της κατοικίας τους) για να επαναληφθεί η διαδικασία. Κάπως έτσι ο λε Καρρέ βλέπει κι εμάς όλους.
Στο βιβλίο έχει ένα κεφάλαιο με τίτλο «Η Άγρια Ανατολή». Εκεί περιγράφει τη διαφορά ενός Ρώσου Ολιγάρχη από ένα Αμερικανό γκάνγκστερ. Θέμα επίκαιρο στις μέρες μας.
Σ’ ένα μπαρ στη Μόσχα, ο Τζων λε Καρρέ το 1993 έχει καταφέρει να κλείσει συνάντηση με τον ανερχόμενο ολιγάρχη που αποκαλεί κύριο Ντίμα. Η συζήτηση γίνεται μέσω διερμηνέα. Ο Ντίμα (που έμοιαζε με τον Κότζακ) έχει έρθει με τους κλακαδόρους και τους μπράβους του που φυλάνε την πόρτα.
Ο λε Καρέ περιγράφει τη συνέντευξη:
Η πρώτη ερώτηση μετά τις συστάσεις:
«Απ’ ότι αντιλαμβάνομαι είστε ένας γκάνγκστερ», είπα. «Είναι σωστό;»
Δεν ξέρω πως μετέφρασε την ερώτηση ο διερμηνέας, αλλά νομίζω πως τη νέρωσε λίγο, γιατί ο Ντίμα φάνηκε εξαιρετικά άνετος στην απάντησή του.
«Ο κύριος Ντίμα λέει ότι σε αυτή τη χώρα όλοι είναι γκάνγκστερ. Όλοι είναι σάπιοι, όλοι οι επιχειρηματίες είναι τέτοιοι, όλες οι επιχειρήσεις είναι συνδικάτα του εγκλήματος».
«Μπορώ τότε να ρωτήσω τον κ. Ντίμα σε τί είδους επιχείρηση ενεργοποιείται ο ίδιος;»
«Ο κ.Ντίμα ασχολείται με εισαγωγές-εξαγωγές», μου είπε ο διερμηνέας, με ένα ύφος που με εκλιπαρούσε να μην συνεχίσω το θέμα.
Δεν είχα όμως άλλο θέμα για τη συνέντευξη. «Ρωτήστε τον παρακαλώ με τί είδους εισαγωγές-εξαγωγές ασχολείται;»
«Δεν νομίζω πως είναι βολικό να τον ρωτήσω».
«Τότε ρωτήστε τον ποια είναι η αξία του. Μπορούμε για παράδειγμα να πούμε ότι αξίζει πέντε εκατομμύρια δολάρια;»
Ο διερμηνέας διατύπωσε διστακτικά την ερώτηση. Οι μπράβοι άρχισαν να χασκογελάνε και ο Ντίμα ανασήκωσε τους ώμους του.
«Εντάξει. Μπορεί να είναι εκατό ή διακόσια εκατομμύρια, δεν έχει σημασία. Ας συμφωνήσουμε ότι είναι εύκολο να βγάλει κανείς χρήματα σήμερα στη Ρωσία. Και αν τα πράγματα παραμείνουν όπως είναι σήμερα ο κύριος Ντίμα σε λίγα χρόνια θα είναι πάρα πολύ πλούσιος. Μεγιστάνας. Πείτε το παρακαλώ. Είναι μια απλή διαπίστωση».
Προφανώς ο διερμηνέας μετέφρασε τα λόγια μου γιατί είδα να διαγράφεται μια γκριμάτσα συμφωνίας στο κάτω μέρος του φαλακρού κεφαλιού του.
«Έχει παιδιά;»
«Έχει».
«Εγγόνια;»
«Είναι άσχετο».
Ο Ντίμα φόρεσε ξανά τα Rey-Bans, σαν να έλεγε πως η συζήτηση έληξε. Αλλά είχα κάνει μεγάλο κόπο για να τα παρατήσω.
«Κοιτάξτε τί θέλω να πω. Στις ΗΠΑ, όπως πολύ καλά θα ξέρει ο κ.Ντίμα, οι μεγάλοι βαρόνοι ληστές σε παλιότερα χρόνια, έφτιαξαν τις περιουσίες τους με ανορθόδοξα, όπως τα αποκαλούμε, μέσα».
Με ικανοποίηση διέκρινα κάποιο ενδιαφέρον στο βλέμμα του πίσω από τα Rey-Bans.
«Όμως όταν οι βαρόνοι ληστές μεγάλωσαν και σκέφθηκαν τα παιδιά και τα εγγόνια τους, ένας κάποιος ιδεαλισμός άρχισε να τους απασχολεί και αποφάσισαν ότι χρειαζόταν να δημιουργήσουν έναν πιο φωτεινό, ευγενικό κόσμο από αυτόν που είχαν κατακλέψει».
Το βλέμμα του έμεινε καρφωμένο πάνω μου πίσω από τα σκούρα γυαλιά, όσο ο διερμηνέας μετέφραζε ό,τι και όπως το μετέφραζε.
«Οπότε η ερώτηση στον κ. Ντίμα είναι η εξής: Μπορεί να φανταστεί μεγαλώνοντας -ας πούμε σε δεκαπέντε με είκοσι χρόνια από σήμερα- μπορεί ο κ.Ντίμα να φανταστεί τη στιγμή εκείνη όπου ίσως να αρχίζει να χτίζει νοσοκομεία, σχολεία και μουσεία; Σαν μια πράξη φιλανθρωπίας; Σοβαρολογώ. Απλά ρωτήστε τον. Σαν μια κίνηση να επιστρέψει στο ρωσικό λαό ένα μέρος από αυτά που του έχει -για να ακριβολογούμε- κλέψει».
Ο Ντίμα μιλάει συγκρατημένα ρωσικά μετρώντας τα λόγια του. Οι γύρω του χασκογελάνε. Οι μπράβοι στην πόρτα χασκογελάνε. Ο Ντίμα όμως συνεχίζει να μιλάει. Ικανοποιημένος στο τέλος βάζει τα χέρια στη μέση του και περιμένει τον διερμηνέα να μου μεταφράσει το μήνυμα.
«Κύριε Ντέηβιντ, λυπάμαι να σας το πω, αλλά ο κ.Ντίμα λέει να πάτε να γαμηθείτε».