Ο Μαιγκρέ συνομιλεί με τον Σιμενόν
«Αναμνήσεις του Μαιγκρέ» (1951), ο Σιμενόν αποκαλύπτει μυστικά της συγγραφικής τεχνικής του, παίζοντας με τον διάσημο ήρωά του. Ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας μιλάει για τον εαυτό του σαν να ήταν αληθινός, ενώ ο πραγματικός συγγραφέας γίνεται χαρακτήρας μυθοπλασίας.
Λέει ο Μαιγκρέ στον Σιμενόν: «Ξέρετε ότι με τα χρόνια αρχίσατε να περπατάτε, να καπνίζετε την πίπα σας, ακόμα και να μιλάτε σαν εμένα…Πράγμα που είναι αλήθεια και μου δίνει, θα συμφωνείτε, μια αρκετά απολαυστική εκδίκηση. Θα έλεγες πως γερνώντας ο Σιμενόν άρχισε να πιστεύει πως είναι εγώ».
Η «εκδίκηση» για την οποία μιλά ο Μαικρέ αφορά την πεποίθησή του πως ο Σιμενόν τον περιγράφει πολύ μονοδιάστατα στα βιβλία του, τον «απλοποιεί» υπερβολικά σαν χαρακτήρα. Από την άλλη προσπαθεί να εξηγήσει στο Σιμενόν τη σχέση του με την αστυνομία και τους υπόπτους. «Μπορεί να μην αρέσει στους συγγραφείς μυθιστορημάτων, αλλά ο αστυνομικός είναι πρώτα απ’ όλα ένας επαγγελματίας. Είναι ένας υπάλληλος…επιμένω στη λέξη υπάλληλος, που οι άλλοι θεωρούν μειωτική».
Όσο για τους υπόπτους, «απλώς τους κοιτάζω με το βλέμμα της γνωριμίας. Χωρίς περιέργεια, γιατί η περιέργεια γρήγορα εξανεμίζεται. Φυσικά, και χωρίς μίσος…Σας εκπλήσσει, λοιπόν, το γεγονός ότι μετά από εικοσιπέντε, τριάντα χρόνια υπηρεσίας, έχουμε λίγο βαρύ περπάτημα, βλέμμα ακόμα πιο βαρύ, ορισμένες φορές άδειο;».
Ο Μαιγκρέ δυσανασχετεί και με τις ανακρίβειες που είναι γεμάτες οι ιστορίες του Σιμενόν για τον ίδιο. Ο Σιμενόν του εξηγεί ότι αυτές είναι σκόπιμες: “Η αλήθεια δεν εμφανίζεται ποτέ αληθινή. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη λογοτεχνία ή τη ζωγραφική. Διηγηθείτε οποιαδήποτε ιστορία σε κάποιον. Αν δεν την αλλάξετε κάπως, θα τη βρει απίστευτη, πλαστή. Τροποποιήστε τη και θα δείξει πιο αληθοφανής κι από τη φύση της…Ε λοιπόν, εγώ σας έκανα πιο αληθινό κι από τη φύση σας”. Έμεινα άφωνος, μου αποδείκνυε ότι οι έρευνές μου, έτσι όπως τις είχε αποδώσει, ήταν πιο αποδεκτές –μήπως είπε πιο ακριβείς;- από αυτές που είχα ζήσει».
Ο Μαιγκρέ, πάντως, δεν το βάζει κάτω κι αρχίζει να γράφει στο χαρτί, με την παρότρυνση του Σιμενόν, λεπτομέρειες της ζωής του: γιατί έγινε αστυνομικός, πώς γνώρισε τη γυναίκα του, λεπτομέρειες τις οποίες δεν γινόταν να γνωρίζει ο δημιουργός του! Με το κόλπο αυτό, το πορτραίτο του Μαιγκρέ βαφτίζεται στην εγκυρότητα της αυτοβιογραφίας!
«Αυτό που προσπάθησα να κάνω», λέει ο επίδοξος συγγραφέας Μαιγκρέ, «στην ουσία ήταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, να προσαρμόσω μια εικόνα σε μια άλλη εικόνα, ένα πρόσωπο, όχι στη σκιά του, αλλά στο είδωλό του. Και ο Σιμενόν ήταν ο πρώτος που με ενθάρρυνε σ’ αυτό το εγχείρημα».