Lew Archer
«It’s all the same case».
Αυτή η φράση του Λιού Άρτσερ που συνόψιζε τα αποτελέσματα της έρευνας του σχετικά με τρεις φαινομενικά ασυσχέτιστους φόνους στο μυθιστόρημα «Η νεκροφόρα με τις ρίγες» έμελλε να γίνει το σήμα κατατεθέν του.
Αν κάποιος μου έλεγε ότι θεωρεί τη σειρά βιβλίων με τον Άρτσερ την καλύτερη σειρά με ήρωα έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ, ομολογώ ότι δεν θα ήταν καθόλου εύκολο να διαφωνήσω. Ο Ross Macdonald (κατά κόσμον Κένεθ Μίλλαρ), τουλάχιστον ισοϋψής με τους άλλους δύο μεγάλους της κορυφαίας τριανδρίας του hard-boiled, Hammett και Chandler, δεν έφτιαξε τον ήρωα του απλά για να διαφοροποιηθεί από τον Σαμ Σπέιντ και τον Φίλιπ Μάρλοου. Ο Λιού Άρτσερ, αυτός ο περιπλανώμενος σταυροφόρος που πήρε το όνομα του από τον συνεργάτη του Σπέιντ στο «Γεράκι της Μάλτας», είναι στην πραγματικότητα η φωνή του δημιουργού του.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια του συγγραφέα (ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια και η άρρωστη μητέρα του εξανάγκαζε τον μικρό Κένεθ να ζητιανεύει στους δρόμους όταν δεν τον πάρκαρε σε διάφορους συγγενείς), η εμπλοκή της κόρης του ως οδηγός σε ένα θανατηφόρο αυτοκινητιστικό δυστύχημα που την τραυμάτισε ψυχολογικά και χρειάστηκε ψυχιατρική υποστήριξη , η εκούσια εξαφάνιση της που ανάγκασε τον Μακντόναλντ να μετατραπεί ο ίδιος σε πραγματικό ντετέκτιβ προτού την ανακαλύψει στην Νεβάδα, μετά από έξι ημέρες συνεχούς αναζήτησης, χωρίς καθόλου ύπνο και ξεκούραση, και τέλος, ο θάνατος της, μόλις στα 31 της χρόνια, καθόρισαν τη θεματολογία και τη γραφή του αποφασιστικά.
Ο Λιού Άρτσερ ψάχνει επίμονα το γιατί έγινε ένα έγκλημα εκτός από το ποιος το έκανε, νιώθει μια συμπόνοια για τους παραβατικούς, πιστεύει ότι η ρίζα του κακού κρύβεται κάπου στο παρελθόν και συνδέεται με κοινωνικούς παράγοντες όπως τα διαλυμένα σπίτια και οι προβληματικές οικογενειακές σχέσεις. Όπως έχει πει ο ίδιος ο συγγραφέας «Το παρελθόν είναι το κλειδί για το παρόν. Κάποιοι άνθρωποι ξεκινούν νέοι στο δρόμο για να γίνουν δολοφόνοι. Άλλοι ξεκινούν εξίσου νέοι για να γίνουν θύματα. Όταν οι δύο δρόμοι διασταυρώνονται, έχουμε ένα βίαιο έγκλημα.»
Ο Άρτσερ παραμένει ένας σκληρός τύπος αλλά η ματιά του είναι η ματιά ενός κοινωνιολόγου, ενός ανθρώπου με έντονη διορατικότητα και βάθος σκέψης: «Υπάρχουν ορισμένες οικογένειες, τα μέλη των οποίων πρέπει να ζουν σε διαφορετικές πόλεις, αν είναι δυνατόν ακόμα και σε διαφορετικές πολιτείες, και να γράφουν γράμματα ο ένας στον άλλο μια φορά τον χρόνο». Κανείς ήρωας μέχρι τότε δεν είχε εντρυφήσει τόσο βαθιά στην ανθρώπινη φύση και ίσως και κανείς μεταγενέστερος δεν το έκανε τόσο καλά.
Η παραμονή του Μακντόναλντ στην Σάντα Μπάρμπαρα της Καλιφόρνια και ο συγχρωτισμός του με την παρασιτική πλουτοκρατία, σε συνδυασμό με τις ταξικές διακρίσεις που είχε βιώσει έντονα ως νεαρός στον Καναδά, επηρέασαν επίσης την οπτική του. Στα βιβλία του Άρτσερ είναι φανερή η απέχθεια του για τον πλούτο και τους φορείς του ενώ αντιμετωπίζει με ειρωνικό τρόπο το αμερικάνικο όνειρο. «Δεν υπάρχει τίποτε κακό στη Νότια Καλιφόρνια που δεν θα μπορούσε να θεραπεύσει μια άνοδος της στάθμης του ωκεανού». Σε αντιδιαστολή, στο «Βλέμμα του αποχαιρετισμού» ο Άρτσερ αναρωτιέται: «Πως μπορεί ένας άνθρωπος να μην παρανομήσει αν δεν έχει χρήματα για να ζήσει;» Ενίοτε γίνεται και πιο εξομολογητικός: «Έχω ένα κρυφό πάθος για το έλεος».
Ο ήρωας του Μακντόναλντ αλλάζει όσο ο ίδιος μετακινείται από τον αγαπημένο του Φιτζέραλντ στον Φρόιντ και αυτό συμβαίνει παράλληλα με τις αλλαγές που συντελούνται στην Αμερικανική κοινωνία, είτε σε επίπεδο αξιών είτε σε επίπεδο χαρακτηριστικών.
Και έτσι, ενώ στην «Υπόθεση Γκάλτον» του 1959, προσωπική άποψη το καλύτερο από τα βιβλία του, ο Μακντόναλντ αναφέρει ότι πρόκειται για μια αναμορφωμένη και απλοποιημένη εκδοχή της δικής του προσωπικής ιστορίας, φτάνουμε στην Ωραία κοιμωμένη του 1973, που ο Άρτσερ βλέποντας από ψηλά μια πετρελαιοκηλίδα και μια πλατφόρμα που εξέχει από την επιφάνεια της θάλασσας, την παρομοιάζει με τη λαβή ενός στιλέτου που έχει μαχαιρώσει τον κόσμο κάνοντας τον να χύσει αίμα.
Η καινοτομία του Μακντόναλντ πέραν της συμβολής του στην ανανέωση του hard-boiled ειδικά αλλά και στο αστυνομικό μυθιστόρημα γενικότερα, ήταν ότι μας έδωσε έναν ανεπανάληπτο ήρωα που δεν βλέπει το έγκλημα μέσα από το πρίσμα του δίπολου καλό-κακό, αλλά μέσα από το πρίσμα των κοινωνικών συνθηκών και των περίπλοκων ανθρώπινων σχέσεων και αδυναμιών.
* Ο Πωλ Νιούμαν εκτός από κορυφαίος ηθοποιός και προσωπική μου αδυναμία, ενσάρκωσε εκπληκτικά (ως Χάρπερ) αυτόν τον μοναδικό ήρωα στην μεγάλη οθόνη.