Η γοητεία του Hard - boiled και η σύγχυση με το Noir
του Άντυ Βρόσγου
Το hard-boiled αποτελεί και αυτό ένα υποείδος της μυθοπλασίας του εγκλήματος. Στους περισσότερους αναγνώστες, ο όρος “hard-boiled” φέρνει σχεδόν συνειρμικά ένα αμερικάνικο αστυνομικό μυθιστόρημα με σκηνικό μια σκοτεινή και αινιγματική μητρόπολη και συστατικά στοιχεία πανούργους και πολυμήχανους άνδρες, πανέμορφες και συνήθως μοιραίες γυναίκες, κακόφημα μπαρ και μπόλικο καπνό και αλκοόλ.
Το hard-boiled ζει στη νύχτα ή όπως το διατύπωσε καλύτερα ο μεγάλος Raymond Chandler, “the streets were dark with something more than night” στο “Trouble is my business”. Το κεντρικό πρόσωπο, ένας ιδιωτικός ερευνητής κατά κύριο λόγο, δεν είναι φανταχτερός, δεν μοιάζει καν με ήρωα, δεν ζει σε έναν κόσμο που το έγκλημα είναι η παρέκκλιση αλλά ο κανόνας και η δικαιοσύνη που επιδιώκει να αποδώσει έχει να κάνει με τους δικούς του κώδικες ηθικής.
Η αναγνωρισιμότητα και η δημοφιλία του είδους δεν έχει να κάνει με την πολυπλοκότητα ή την ευρηματικότητα που βρίσκουμε συχνά σε μυθιστορήματα άλλων υποειδών του crime fiction αλλά με τον ρεαλισμό με τον οποίο αναπαριστά την κοινωνία και όσα συμβαίνουν πίσω από την αυλαία. Το hard-boiled δεν είναι μια εξωραϊσμένη ή αποστειρωμένη απεικόνιση του κόσμου. Στον βαθμό λοιπόν που ο καθωσπρεπισμός δεν είναι στοιχείο του είδους η ωμή βία και το σεξ παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στις ιστορίες του και δεν αποτελούν τα μπαχαρικά του.
Το hard-boiled απέχει παρασάγγας από το είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα ή ότι θα γίνουμε κάποια στιγμή μια τέτοια. Ο ντετέκτιβ-αντιήρωας καλείται να επιστρατεύσει όλον τον κυνισμό του, μπροστά σε ένα σύστημα διεφθαρμένων μπάτσων και δικαστών, που δεν απέχει καθόλου από το οργανωμένο έγκλημα. Το είδος, που άνθισε τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, μεταφέρει το έγκλημα από τις επαύλεις και τα αρχοντικά της χρυσής αγγλικής εποχής στην πραγματική του βάση, τις μεγαλουπόλεις. Εδώ ο κόσμος διψάει για εξουσία, χρήμα και σεξ και ο ρομαντισμός υποχωρεί τρέχοντας. Ο αντιήρωας αποκαλύπτεται στους αναγνώστες μέσα από εσωτερικούς μονολόγους είτε για το πως αισθάνεται είτε για τον τρόπο δράσης του, χωρίς υπεραναλύσεις και πομπώδεις περιγραφές. Ο ρυθμός είναι το παν. Ή όπως είπε και ο Κέρουακ «μια μέρα θα βρούμε τα λόγια και θα είναι απλά».
Είναι αλήθεια ότι πολύ συχνά, το hard-boiled συγχέεται με το νουάρ και οι έννοιες χρησιμοποιούνται περίπου ως συνώνυμες. Όσο και αν για κάποιους η κατηγοριοποίηση είναι παντελώς αδιάφορη και υπάρχουν κοινά στοιχεία στα δύο είδη, είναι καλό να πούμε μερικά πράγματα γι’ αυτό.
Στα hard-boiled μυθιστορήματα, το κεντρικό πρόσωπο είναι ένας σκληροτράχηλος ιδιωτικός ντετέκτιβ κατά κύριο λόγο, ο οποίος οπλοφορεί, ερευνά, ερωτεύεται παράφορα, πίνει πολύ, παίζει ξύλο και γυρίζει σε κακόφημα μπαρ και λέσχες. Η δράση είναι καταιγιστική. Η υπόθεση μπορεί να αφορά μια δολοφονία, έναν εκβιασμό, μια απαγωγή ή μια ληστεία και ο πρωταγωνιστής είναι διατεθειμένος να κάνει οτιδήποτε απαιτείται για να την φέρει σε πέρας, ακροβατώντας ή ακόμα και ξεπερνώντας τα όρια του νόμου. Για πολλούς, το hard-boiled είναι μια προέκταση των αφηγήσεων της Άγριας Δύσης και των πιονέρων του 19ου αιώνα. Το Φαρ Ουέστ μεταφέρεται στις μεγαλουπόλεις και ο σερίφης αντικαθίσταται από τον ιδιωτικό ντετέκτιβ. Δεν είναι ήρωας ούτε αισθάνεται τέτοιος. Είναι ένας τσαλακωμένος τύπος με αδυναμίες που προσπαθεί να κρύψει. Μπορεί να υπάρξουν θύματα, προδοσίες, καυγάδες, μπορεί ακόμα και να έχει γυρίσει ο κόσμος ανάποδα αλλά στο τέλος της ημέρας, ο αντιήρωας μας θα τα καταφέρει να αποδώσει δικαιοσύνη (σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον) ακόμα και με απώλειες. Ακόμα και αν έχει υποστεί μερικές ήττες μικρότερες ή μεγαλύτερες. Έχει σώσει την παρτίδα έστω και αν δεν έχει σώσει τον κόσμο.
Στο νουάρ υπάρχει μια κατάσταση παρακμής, μια κατάσταση που το σωστό και το λάθος δεν είναι απολύτως ξεκάθαρα, δεν αποτελούν καν εφικτές επιλογές. Το σκηνικό του είναι μια κοινωνία σε αποσύνθεση, χωρίς δομές και κατεύθυνση. Η άνθηση του νουάρ που ακολούθησε τη μεγάλη ύφεση και τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο είναι συνυφασμένη με ένα κλίμα απαισιοδοξίας και ματαιότητας. Το νουάρ κινείται καλύτερα εκτός πλαισίου στον βαθμό που το πλαίσιο δεν εμπνέει πια εμπιστοσύνη, που το χάος και η αναζήτηση του απαγορευμένου έχουν το πάνω χέρι. Η δράση δεν είναι το ζητούμενο, το έγκλημα δεν είναι αυτό που γύρω του περιστρέφονται όλα και το happy ending είναι μάλλον η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Οι πρωταγωνιστές του δεν κινούνται ανάμεσα σε δύο κόσμους, αυτόν του σαλονιού και αυτόν του λιμανιού όπως οι αντιήρωες του hard-boiled αλλά σε έναν κόσμο υπό κατάρρευση.
Παρά το γεγονός ότι το είδος κατακρίθηκε ως προϊόν χαμηλής συγγραφικής αξίας, το hard-boiled διατήρησε την δημοτικότητα και τη γοητεία που απέκτησε από το ξεκίνημα του κιόλας με τον Carroll John Daly (1920s) φτάνοντας στο peak του μεταξύ των δεκαετιών 1930-1950 με κυριότερους εκφραστές του τους Dashiell Hammett, James Cain, Raymond Chandler και Ross MacDonald.
Και σε πείσμα όλων των επικριτών του ζει και βασιλεύει ακόμη με τον μεγαλύτερο εν ζωή συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας James Ellroy.
* Δημοσιεύτηκε στο site Fractal, στις 31 Ιανουαρίου 2023