Η σκηνογραφία ως σκιώδης πρωταγωνίστρια της αστυνομικής μυθοπλασίας*
του Πάνου Ιωαννίδη
Ο χώρος
Ο χώρος στην σκηνογραφία μιας νουάρ αφήγησης διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο. Μια πρώτη διάκριση στην σκηνογραφική χωροταξία, μπορεί να γίνει ανάμεσα σε εσωτερικό και εξωτερικό χώρο. Ακόμη και αν αφεθούμε στη γοητεία μιας υπόθεσης εγκλήματος κλειδωμένου δωματίου, ο εξωτερικός χώρος είναι εκείνος που επισκιάζει το τελικό αποτέλεσμα. Ο εξωτερικός χώρος είναι πολυδιάστατος, δυναμικός και αναμφίβολα εγκολπώνει περισσότερα στοιχεία και ευρήματα. Περιλαμβάνει αρχικά τον τόπο όπου διαπράχθηκε το έγκλημα, ο οποίος μπορεί να είναι αστικός, ημιαστικός, αγροτικός ή ακόμη και ένας εντελώς πανέρημος. Εντούτοις ο χώρος, συνεπάγεται μια σειρά από διαλεκτικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στη μορφή και στο περιεχόμενο της αφήγησης. Ο χώρος και ειδικότερα ο αστικός χώρος της μεγαλούπολης, θα αναπαράγει, την κοινωνική, την πολιτική, την οικονομική και την πολιτιστική διάσταση του εγκλήματος. Ακόμη και αν το έγκλημα λάβει χώρα μακριά από τα κέντρα των εξελίξεων, φερ’ ειπείν σε ένα χωριό ή μια ερημιά, η πολιτική κατάσταση των πραγμάτων, η κοινωνική διαδρομή των εμπλεκόμενων μερών, η οικονομική τους θέση και οι πολιτισμικές τους διαφορές και ομοιότητες είναι στοιχεία που θα αναδειχθούν κατά τη διάρκεια της έρευνας. Πρόκειται για ένα πολύχρωμο παζλ, μπορούμε να πούμε που θα αποκαλυφθεί στο σύνολο του, μόνο όταν ολοκληρωθεί η έρευνα. Εν τέλει, ο χώρος στην σκηνογραφία του εγκλήματος, διαμορφώνει με τον τρόπο του το βασικό ερώτημα στην μεσογειακή αστυνομική λογοτεχνία: Γιατί συνέβη το έγκλημα;
Ο χρόνος
Ο χρόνος κατά κανόνα στην αστυνομική λογοτεχνία είναι κατά κανόνα δυναμικός, και όχι στατικός. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα για έναν φόνο, μια απαγωγή, μια υπεξαίρεση λαμβάνει χώρα μεν εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου, πλην όμως εξελίσσεται διαμέσου της πρόσληψης και κατανόησης του παρελθόντος. Η όσο το δυνατόν ευκρινέστερη συλλογή των δεδομένων και η συνακόλουθη πρόσληψη και ανάλυση τους από τον ερευνητή, είτε πρόκειται για αστυνόμο ή ντετέκτιβ, συμβαίνει στο παρόν με αναφορές στο χθες. Και αυτό διότι ο υπεύθυνος της έρευνας μελετά τι συνέβη μέχρι την στιγμή τέλεσης του εγκλήματος, ποιες ήταν εκείνες οι δυνάμεις που προκάλεσαν την έκρηξη του γεγονότος. Αυτή η σχέση παρόντος-παρελθόντος, δύναται να προσδώσει στο αστυνομικό μυθιστόρημα και όψεις ιστορικού μυθιστορήματος, ειδικά όταν οι αναφορές που φτάνουν βαθιά στο μακρινό παρελθόν είναι αρκετές και κριτικές για την επίλυση της υπόθεσης. Αυτό βέβαια μπορεί να φτάσει μέχρι ενός σημείου φυσικά, ώστε να μην αλλοιώνεται η ταυτότητα του αστυνομικού αφηγήματος. Θα μπορούσε να ειπωθεί, υπό μια ευρύτερη σκοπιά θεώρησης των πραγμάτων, ότι ο χρόνος στην σκηνογραφία του αστυνομικού μυθιστορήματος είναι ένας τρόπος να παρατηρούμε την επίδραση του παρελθόντος στο παρόν.
Η ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο για την σκηνογραφία του εγκλήματος είναι η ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων. Οι χαρακτήρες, πρωτεύοντες και δευτερεύοντες, λειτουργούν ως καταλύτες, επιταχυντές και επιβραδυντές της αφήγησης, έχοντας ως βασικό στοιχείο διαφοροποίησης τους, την ύπαρξη ή όχι κινήτρου, την κατοχή ή όχι άλλοθι με βάση το έγκλημα που ερευνάται. Αναλόγως του κινήτρου και του άλλοθι, λαμβάνουν τη θέση που τους αναλογεί στο παλίμψηστο της ερευνητικής διαδικασίας. Διαφορετική θέση στην σκηνογραφία της νουάρ αφήγησης έχει ένας ύποπτος από κάποιον ο οποίος μπορεί να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα συμβάντα. Ίσως ένα από τα ομορφότερα ευρήματα είναι η μετάλλαξη ενός χαρακτήρα από θετικό σε αρνητικό, ο οποίος ξέρει να κρύβεται πολύ καλά ξεγελώντας τον ερευνητή. Βεβαίως οι χαρακτήρες ως δυναμικές περσόνες αλληλοεπιδρούν διαμέσου του εγκληματικού γεγονότος με τα προαναφερόμενα στοιχεία του χώρου: το κοινωνικό, το πολιτικό, το οικονομικό και το πολιτισμικό. Όμως εδώ εισέρχεται και κάτι ακόμη: η διάσταση της ψυχολογίας και η συνακόλουθη επέκταση της στον χωρόχρονο του εγκλήματος. Ελάχιστοι χαρακτήρες είναι ξύλινοι, οι περισσότεροι αποκαλύπτουν με τον ένα ή τον άλλον τρόπο την πολυχρωμία τους, παρόλο που το γκρίζο, αυτή η μίξη άσπρου και μαύρου είναι το κυρίαρχο χρώμα σε μια νουάρ αφήγηση. Και κυρίως μας φανερώνουν διαμέσου της διαλεκτικής κίνησης των ντετέκτιβ και των αστυνόμων τις αντιθέσεις και τις αντινομίες που διέπουν την ύπαρξη τους και που σε τελική ανάλυση καθορίζουν την εξέλιξη και την κάθαρση που έρχεται στο τέλος.
Η υποστήριξη των ανατροπών
Αυτό το πεδίο της νουάρ σκηνογραφίας θα μπορούσε να έχει ως εναλλακτικό τίτλο: Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Αν ήταν τα πράγματα όπως φαινόταν, ο ρόλος της εγκληματολογικής έρευνας θα ήταν υποτυπώδης και σίγουρα όχι τόσο σημαντικός. Στον αντίποδα είναι αναγκαίο να καταλήξουμε, είτε πηγαίνοντας από το ειδικό στο γενικό, είτε γιατί όχι, και αντίστροφα, σε εκείνο το σημείο όπου η αλήθεια και η πραγματικότητα είναι ένα και το αυτό. Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος ενός καλού ερευνητή, ενός ανθρώπου που έχει τόσο στοιχεία του common sense, όσο και στοιχεία που τον κάνουν ξεχωριστό. Πρόκειται μάλλον για τη δυσκολότερη διαδικασία της αφήγησης καθότι οι συνδηλώσεις για τις οποίες θέλει να μιλήσει ο συγγραφέας, οφείλουν να συνταιριάζουν με την σημειολογία των συμβάντων. Τα ευρήματα που θα αποκαλύπτονται στην πορεία, καθώς το κουβάρι της πλοκής θα ξετυλίγεται φτάνοντας έως εκεί που μέχρι πρότινος οι σκιές επικρατούσαν του φωτός, και εκτός από την εισδοχή του κειμένου σε μια ανώτερη ποιότητα, είναι καλό να ιντριγκάρουν τον αναγνώστη βάζοντας τον στη θέση του ερευνητή. Εδώ είναι σαν να βρισκόμαστε σε μια σπηλιά του Αλλαντίν, όπου ο συγγραφέας ως άλλος παραμυθάς, δύναται να βγάλει μέσα από το συνειδητό και το υποσυνείδητο του, όλα εκείνα τα στοιχεία που θα δέσουν τόσο σφιχτά το κείμενο του, ώστε η επαγωγική ακολουθία αποκάλυψης των γεγονότων, θα είναι τέτοια που αφενός δεν θα μπορεί να αμφισβητηθεί, αφετέρου θα έχει την ικανότητα να προκαλέσει την απαιτούμενη αισθητική τέρψη στο αναγνωστικό κοινό λέγοντας αυτά που είναι καλλιτεχνικά να ειπωθούν. Οι ανατροπές στην αφήγηση αντανακλούν εκείνα τα κενά, τα οποία το άπειρο ή το συνηθισμένο μάτι δεν θέλει ή δεν μπορεί να δει. Αποστολή του συγγραφέα, είναι να ρίξει φως στις σκιές αυτών των κενών, κάνοντας μας σοφότερους.
*Το κείμενο αυτό αποτέλεσε την πρώτη ύλη της δικής μου εισήγησης στην εκδήλωση της ΕΛΣΑΛ
στο 4ο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων (25-29 Ιουνίου 2025).
Ευχαριστώ τον Ιερώνυμο Λύκαρη για τις χρήσιμες παρατηρήσεις και επισημάνσεις.
Tags: Πάνος Ιωαννίδης