Γοργόνες στο γήπεδο του γκολφ (β΄ μέρος)

Συντάχθηκε στις .

To 1985 εκδίδονται «Οι γοργόνες στο γήπεδο του γκολφ» («Mermaids on the Golf Course») μια συλλογή από έντεκα διηγήματα. Φόνος, βία, μυστικά και τρέλα. Η δεκαετία του 1980 δεν είναι μια καλή δεκαετία για τη Χάισμιθ. Τα διηγήματα όμως παραμένουν στο ύψος της.

«Γοργόνες στο γήπεδο του γκολφ», το ομώνυμο διήγημα. Εδώ η Χάισμιθ «κοσκινίζει» για ακόμα μια φορά την αμερικανική πολιτική αφρόκρεμα.  Ένας κυβερνητικός αξιωματούχος που τραυματίστηκε σε απόπειρα δολοφονίας του Προέδρου, σώζοντας τη ζωή του, δίνει αποχαιρετιστήριο πάρτι στο μέγαρο που του παραχώρησε σε ένδειξη ευγνωμοσύνης ο Πρόεδρος. Έχει αρχίσει να τα χάνει, η προσωπικότητά του αλλοιώνεται προς το γελοίο δίχως να το έχει συναίσθηση ο ίδιος, ενώ είναι σε όλους φανερό. Η σύζυγός του θα απειλήσει στο τέλος με πιστόλι έναν φωτορεπόρτερ έτοιμο να δυσφημίσει τον άντρα της με μια σειρά φωτογραφιών, που τον έδειχναν να πέφτει στην πισίνα κυνηγώντας την όμορφη  δημοσιογράφο Φλώρη Λη της Ουώσινγκτον Ανγκλ.

Με το φωτογραφικό ρεπορτάζ έχει να κάνει και το επόμενο διήγημα. «Όπου υπάρχει δράση» («Where the Action is»). Νέα Υόρκη, ο εικοσάχρονος Γκραιγκ Ρόλλινς πασχίζει να γίνει φωτορεπόρτερ. Η φωτογραφία μιας δεκαενιάχρονης κοπέλας, της Λίζυ Ντέηβις, που απήχθη και πιθανά βιάστηκε, την ώρα που συναντά τους γονείς της, ένα δραματικό στιγμιότυπο, θα τον κάνει ξαφνικά διάσημο και θα γίνει η αφορμή για μια πολύ επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία. Αναπάντεχα και μάλλον τυχαία και άδικα. Πάντα θα απορεί για την ακρίβεια της πρώτης εκείνης φωτογραφίας (δύσπιστος, αντιπαθητικά καχύποπτος: είχε όντως βιαστεί η κοπέλα;), που θα καταλήξει σε ολόκληρο άλμπουμ σε συνεργασία με την ίδια τη Λίζυ. Στο τέλος τον αφήνουμε να σχεδιάζει το επόμενο άλμπουμ του: φωτογραφίες με μικρές λεζάντες που θα αντανακλούν την προσωπική του διαμάχη σχετικά με το Θεό και τη δικαιοσύνη. «Και γιατί να μην γίνει επιτυχία, αφού πέτυχε το προηγούμενο;»

H ταχύτατη ανέλιξη του Γκραιγκ, που θα λάβει και το βραβείο Πούλιτζερ στη φωτογραφία, αποτελεί και μια υπόγεια ειρωνική αναφορά της Χάισμιθ στη δική της ταχύτατη επιτυχία, όταν ο Άλφρεντ Χίτσκοκ την έκανε παγκοσμίως γνωστή μόλις εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα.

«Ο πιο σκληρός μήνας» («The Cruelest Month»). Τίτλος που θυμίζει λίγο Τ. Σ. Έλιοτ («Έρημη χώρα» - «Ο Απρίλιος ο μήνας ο σκληρός»).  Μικρή επαρχιακή πόλη κοντά στη Μασσαλία. Η Οντίλ Μασαράτι  παραδίδει μαθήματα αγγλικών. Χόμπυ της η αλληλογραφία με συγγραφείς. Με προσιτούς συγγραφείς. Στον Γκρέηαμ Γκρην για παράδειγμα, που θαύμαζε απεριόριστα, έγραψε δύο τρεις φορές και δεν έλαβε την παραμικρή απάντηση. Εγκατέλειψε την προσπάθεια. Τώρα είχε πιάσει επαφή με τον Ντένις Χόλλινγουντ, τον οποίο άρχισε από ένα σημείο και μετά να βομβαρδίζει με απανωτά γράμματα. Μια φιλενάδα της στο μεταξύ, της προτείνει στις διακοπές εκδρομή στο Λονδίνο. Στα περίχωρα, στο Φάιβ Όουκς, ζούσε και ο Ντένις Χόλλινγουντ. Η Οντίλ σπεύδει να τον επισκεφθεί απροειδοποίητα με ένα βιβλίο του ανά χείρας. Εκείνος ενοχλείται αφάνταστα. Της υπογράφει το βιβλίο και της δηλώνει πως δεν πρόκειται να απαντήσει ξανά στα γράμματά της. Απογοητεύεται σφόδρα ∙ ήταν μια επώδυνη δοκιμασία. Εκδηλώνει μια «μικρή» απόπειρα αυτοκτονίας πέφτοντας στις ρόδες ενός αμαξιού.  Γλυτώνει με ένα σημάδι στο πρόσωπο. Με ευεργετικά ίσως αποτελέσματα για την ψυχική της ισορροπία ∙ έχει αποκομίσει «κάτι».  Συνεχίζει ακάθεκτη την αλληλογραφία της με δεύτερα ονόματα της συγγραφικής πιάτσας. «Τί είναι η ζωή παρά μια προσπάθεια για κάτι».

«Μια σφαίρα από το πουθενά» («A Shot from Nowhere»). Μεξικό, κάποια επαρχιακή πόλη. Ένας νεαρός ζωγράφος γίνεται μάρτυρας μιας δολοφονίας ενός δεκατριάχρονου παιδιού σε ερημικό δρόμο και στη συνέχεια βρίσκεται εφιαλτικά μπλεγμένος με τις τοπικές αρχές, που τον συλλαμβάνουν ως ύποπτο, μέχρι τελικά να τον απελάσουν. Στη Νέα Υόρκη συνεχίζει τα σκίτσα με τα τοπία που είχε αποτυπώσει στο Μεξικό και κάποια στιγμή αρχίζει να ζωγραφίζει το πτώμα του παιδιού. Βράδυ. Πώς θα φαίνονταν τα χρώματα το πρωί; Ένα διήγημα που «διπλώνει» πάνω στο Μεξικάνικο ταξίδι της ίδιας και στο μυθιστόρημά της «A Game for the Living».

«Το υλικό της τρέλας» («The Stuff of Madness») -Η κυρία Πηνελόπη Ουάγκονερ, που αγαπούσε τα κατοικίδια, είχε τη συνήθεια, όταν πέθαιναν, να τα βαλσαμώνει και να τα τοποθετεί σαν αγάλματα στον κήπο της. Τώρα θέλει να καλέσει τους δημοσιογράφους να δούνε το αξιοθέατο. Ανταποκρίνονται πρόθυμα ∙ ετοιμάζονται δημοσιεύσεις. Ο άντρας της, δικηγόρος, αντιλαμβάνεται πως θα γίνει ρεζίλι στους Λονδρέζους πελάτες του. Προσπαθεί να αποτρέψει την επίδειξη, αλλά αποτυγχάνει. Πάει και αγοράζει μια κούκλα βιτρίνας, την ντύνει και την βάφει έτσι ώστε να μοιάζει με μια παλιά ερωμένη του και την τοποθετεί στον κήπο ανάμεσα στα βαλσαμωμένα κατοικίδια. Κατά την επίδειξη, η γυναίκα του βλέπει ξαφνικά την κούκλα, την αναγνωρίζει και παθαίνει έμφραγμα. Επιβιώνει. Όταν ο άντρα της αντιλαμβάνεται πως η γυναίκα του θα ζήσει, αυτοκτονεί με χάπια ξαπλωμένος στον κήπο δίπλα στο μακρύ ρούχο της κούκλας.

Εκτύπωση